Σ΄ ένα κόσμο χωρίς μαγεία, χωρίς πίστη, χωρίς ελπίδα, χωρίς θεό και μοναδική αλήθεια, σε ένα κόσμο χαώδη και κατακερματισμένο, πώς μπορεί η ιστορία να είναι ή να φαντάζει επική; Ούτε και να καμώνεται μπορεί. Στη νεότητά της η ιστορία υπήρξε επική. Τώρα όμως στην ωριμότητά της δεν μπορεί παρά να είναι ειρωνική, σαρκαστική, σχετικιστική, τραγική. Ίσως οι επικοί τρόποι να ξανακάνουν την εμφάνισή τους στη σκηνή της ιστοριογραφίας όταν φουσκώσουν και πάλι τα πανιά των οραματισμών και το ποτάμι της δικαιοσύνης κυλήσει ορμητικό, όταν οι άνθρωποι πιστέψουν στις δυνάμεις τους και εκφράσουν τη συλλογική σκέψη και δημιουργικότητά τους, όταν κατορθώσουν να λυτρωθούν από το άγος και το άχθος του παρελθόντος, όταν η ουτοπία αρχίσει να θαμποχαράζει.



«Η ιστορία μπορεί να μας βοηθήσει. Μπορεί, επίσης, να είναι πολύ επικίνδυνη. Είναι περισσότερο σώφρον να αντιμετωπίζουμε την ιστορία όχι ως σωρό νεκρών φύλλων ή συλλογή σκονισμένων έργων τέχνης, αλλά ως μικρή λίμνη, μερικές φορές ευεργετική, συχνά θειούχο, που, χωμένη κάτω από το παρόν, διαμορφώνει σιωπηλά τους θεσμούς μας, τον τρόπο που σκεπτόμαστε, το τι μας αρέσει και τι δεν μας αρέσει. Απευθυνόμαστε σε αυτήν [....] για επιβεβαίωση, για να πάρουμε μαθήματα και πληροφορίες. Η επιβεβαίωση, είτε πρόκειται για προσδιορισμό της ταυτότητας ομάδων, για αιτήματα ή για δικαίωση, σχεδόν πάντοτε προκύπτει από τη χρήση του παρελθόντος. [...] Το παρελθόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σχεδόν για όλα τα πράγματα που θέλουμε να κάνουμε στο παρόν. Κάνουμε κακή χρήση του όταν δημιουργούμε ψέματα για το παρελθόν ή γράφουμε την ιστορία με τρόπο που να παρουσιάζεται μόνο η δική μας άποψη».

Margaret Macmillan, Χρήση και κατάχρηση της ιστορίας, μετάφραση Μίνα Καρδαμίτσα – Ψυχογιού, Ινστιτούτο του Βιβλίου – Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2012, 11 [πρώτη έκδοση στην αγγλική γλώσσα 2009]


«Σ’ έναν κόσμο γεμάτο αβεβαιότητες η ιστοριογραφία μπορεί να κινηθεί προς απρόβλεπτες κατευθύνσεις». Georg Iggers.


«Προχωρήστε και να ξέρετε ότι σ’ ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον θα ανοίξουν και πάλι οι πλατιοί δρόμοι μέσα από τους οποίους θα βαδίσει ο ελεύθερος άνθρωπος για να χτίσει μια καλύτερη κοινωνία». Σαλβαδόρ Αλιέντε.


«Ο θάνατος ταιριάζει στα μουσεία. Σε όλα τα μουσεία, όχι μόνο σ’ ένα Μουσείο Πολέμου. Κάθε έκθεση –πίνακες, γλυπτά, αντικείμενα, μηχανήματα- είναι μια νεκρή φύση και οι άνθρωποι που συνωστίζονται στις αίθουσες, γεμίζοντάς τες και αδειάζοντάς τες σαν σκιές, εξασκούνται στη μελλοντική οριστική διαμονή τους στο μεγάλο Μουσείο της ανθρωπότητας, του κόσμου, όπου ο καθένας είναι μια νεκρή φύση. Πρόσωπα σαν φρούτα που κόπηκαν από το δέντρο και τοποθετήθηκαν γερτά πάνω σ’ ένα πιάτο».

Κλαούντιο Μάγκρις, Υπόθεση αρχείου, μετάφραση-σημειώσεις Άννα Παπασταύρου, Καστανιώτη, Αθήνα 2017, 10


O τίτλος "Der Doppelgänger" στο οικείο lieder δόθηκε από τον Schubert. Στο βιβλίο του Heine's Buch der Lieder (1827) το σχετικό ποίημα είναι άτιτλο, προκαλώντας στο τέλος μια έκπληξη.

Γερμανικό πρωτότυπο

Still ist die Nacht, es ruhen die Gassen,
In diesem Hause wohnte mein Schatz;
Sie hat schon längst die Stadt verlassen,
Doch steht noch das Haus auf demselben Platz.

Da steht auch ein Mensch und starrt in die Höhe,
Und ringt die Hände, vor Schmerzensgewalt;
Mir graust es, wenn ich sein Antlitz sehe, -
Der Mond zeigt mir meine eigne Gestalt.

Du Doppelgänger! du bleicher Geselle!
Was äffst du nach mein Liebesleid,
Das mich gequält auf dieser Stelle,
So manche Nacht, in alter Zeit?



Αγγλική μετάφραση

The night is quiet, the streets are calm,
In this house my beloved once lived:
She has long since left the town,
But the house still stands, here in the same place.

A man stands there also and looks to the sky,
And wrings his hands, overwhelmed by pain:
I am terrified – when I see his face,
The moon shows me my own form!

O you Doppelgänger! you pale comrade!
Why do you ape the pain of my love
Which tormented me upon this spot
So many a night, so long ago?


«Ούτε η αυταπάτη, ούτε η απάτη, ούτε το ψέμα λείπουν από την πανεπιστημιακή και επιστημονική ζωή».


Πιερ Βιντάλ-Νακέ

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

Πραγματοποιούνταν βασανιστήρια στη Μακρόνησο;


Του Γαβρίλη Λαμπάτου




Ακούσαμε από τον πολυπράγμονα Χρήστο Σαρτζετάκη τον εξωφρενικό ισχυρισμό, ότι στη Μακρόνησο δεν πραγματοποιούνταν βασανιστήρια σε βάρος των στρατευμένων.

Δε θα μιλήσω ως ιστορικός. Θα αναφερθώ στις εμπειρίες του ολιγογράμματου πατέρα μου που θεωρώ χρέος μου να καταγράψω.

Το περιστατικό μου το επιβεβαίωσαν παλιοί του σύντροφοι όταν ήρθαν να τον αποχαιρετήσουν για το τελευταίο του ταξίδι.

Στο Κέντρο Νεοσυλλέκτων στην Καλαμάτα πραγματοποιούνταν συστηματικά βασανιστήρια σε βάρος των στρατιωτών που προορίζονταν για τη Μακρόνησο. Από μια αποστολή δεκάδων στρατιωτών που μετακινήθηκαν στο Λαύριο για να μεταφερθούν στο νησί ο πατέρας μου ήταν ο μοναδικός που δεν είχε βασανιστεί. Στο καΐκι οι βασανισμένοι στρατιώτες αναλογίζονταν την υποδοχή που θα συναντούσαν, όταν θα έφθαναν. Μόλις έφθασαν στην προκυμαία τους περίμεναν δεκάδες Αλφαμίτες που κρατούσαν γλομπ από μπαμπού.

Ο πατέρας μου τόλμησε να βγει πρώτος από το καΐκι. Η αλληλεγγύη προς τους βασανισμένους συναδέλφους δεν του επέτρεπε άλλη επιλογή. Αυτό που θυμόταν αργότερα ήταν τα ουρλιαχτά και ο ανελέητος ξυλοδαρμός. Κάποια από τα μπαμπού έσπασαν πάνω στο σώμα του. Έκανε ημέρες για να συνέλθει. Η εμπειρία της Μακρονήσου τον σημάδεψε.

Στα αντίσκηνα του πόνου υπήρξε μια μοναδική πολιτική όσμωση. Γνώρισε μορφωμένους νέους και οι συζητήσεις μαζί τους αναμφίβολα διεύρυναν τους πνευματικούς του ορίζοντες.

Η Μακρόνησος ήταν το Πανεπιστήμιό του. Του δίδαξε πολλά. Πάνω απ’ όλα να αντιμετωπίζει με καρτερία τις δοκιμασίες και να θέτει στόχους που είναι επιβεβλημένο να υλοποιηθούν.